-
Δημοσιεύθηκε : 17 Μαρτίου 2023
Νέες πληροφορίες για την επιχειρηματική δράση της Ρωσίδας κατασκόπου Ιrena Alexandrovna Smireva ή «Μαρίας Τσάλλα» έρχονται στο φως της δημοσιότητας.
Η 32χρονη «Μαρία Τσάλα» που υποδυόταν την φωτογράφο έχοντας κατάστημα με είδη χειροτεχνίας και πλεκτικής στο Παγκράτι στην πραγματικότητα ήταν η Ρωσίδα κατάσκοπος Ιρίνα Αλεξάντρο Σμίρεβα η οποία έχει ελληνική υπηκοότητα και ταυτότητα από το 2018.
Προκαλεί δηλαδή εντύπωση ότι η δραστηριότητα της ατομικής επιχείρησής της δεν έχει σχέση με το μαγαζί με είδη χειροτεχνίας και πλεκτικής που διατηρούσε στο κέντρο της Αθήνας. Ούτε ακόμη και με την φωτογραφία, η οποία ήταν το χόμπι της.
Η κατάσκοπος σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «Καθημερινής», η «Μαρία Τσάλλα» φέρεται να διέφυγε στη Ρωσία από τον Ιανουάριο
Σύμφωνα με το ΓΕΜΗ (Γενικό Εμπορικό Μητρώο) η «Μαρία Τσάλλα» άρχισε την επιχειρηματική της δραστηριότητα στις 13/1/2020 έχοντας ως έδρα στην οδό Τζαφέρη 16 στην Αθήνα. Πρόκειται για μια ατομική επιχείρηση με αντικείμενο το «Λιανικό Εμπόριο ηλεκτρονικών υπολογιστών, περιφερειακών μονάδων και λογισμικού, με αλληλογραφία ή μέσω διαδικτύου, καθώς και πώληση διαφημιστικού χώρου ή χρόνου στο διαδίκτυο με αμοιβή ή βάσης σύμβασης».
Στην ανακοίνωση της ΕΥΠ για το θέμα αναφέρεται ότι: «Συγκεκριμένα, έρευνες που συστηματικά διεξήγαγε η ΕΥΠ, σε συνέχεια πληροφοριών που συνέλεξε, απέδειξαν ότι η φερόμενη ως «Μαρία Τ.», η οποία τα τελευταία χρόνια ισχυριζόταν ότι είναι Ελληνίδα και δραστηριοποιούνταν ως φωτογράφος και ιδιοκτήτρια καταστήματος ειδών χειροτεχνίας και πλεκτικής στην Αθήνα, με ελληνική υπηκοότητα και ταυτότητα από το 2018, στη πραγματικότητα είναι η ξένη υπήκοος «Irina A. S.», που δρούσε στη χώρα μας υπό «βαθύ κάλυμμα».
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη, ξεκίνησε με τον εντοπισμό απόπειρας πρόσβασης τρίτης χώρας σε στοιχεία ελλήνων πολιτών που έχουν αποβιώσει, μια διεθνώς διαπιστωμένη πρακτική των Υπηρεσιών Πληροφοριών συγκεκριμένης χώρας για τη δημιουργία της ειδικής κατηγορίας κατασκόπων με το προσωνύμιο ’’illegals’’.
Οι ’’illegals’’ στρατολογούνται και εκπαιδεύονται από τις Υπηρεσίες συγκεκριμένης ξένης χώρας, με σκοπό να τοποθετηθούν σε χώρες – στόχους, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια κατασκοπευτική δράση υπέρ της χώρας της. Για την προστασία της πραγματικής τους ταυτότητας, χρησιμοποιούν «βαθύ κάλυμμα», το οποίο δημιουργείται με παραποίηση ατομικών εγγράφων και χρήση πιστοποιητικών που προέρχονται από στοιχεία θνησιγενών βρεφών ή ατόμων που έχουν αποβιώσει. Από τη στιγμή τοποθέτησής τους στο εξωτερικό, οι ’’illegals’’ ζούνε και συμπεριφέρονται με βάση την κατασκευασμένη ιστορία που έχει δημιουργηθεί για αυτούς, ώστε να προστατεύσουν την αποστολή τους.
Το προφίλ και η δράση της «Μαρίας Τ.» παραπέμπει ευθέως στην ειδική κατηγορία των ’’illegals’’.
Η υπόθεση που μόλις αποκαλύφθηκε από την ΕΥΠ, είναι χαρακτηριστική του τρόπου σκέψης και δράσης των συγκεκριμένων Υπηρεσιών καθώς για την οικοδόμηση της ταυτότητας και του προφίλ της «Τ.» εργάστηκαν συστηματικά για πολλά έτη με κατάλληλη εκμετάλλευση προσώπων, διαδικασιών και φορέων, ώστε τελικά η αλλοδαπή «Irina» να ζει και να αναγνωρίζεται ως ελληνίδα «Μαρία», εξαπατώντας ακόμη και τους πιο κοντινούς της ανθρώπους στην Ελλάδα, που προφανώς δεν γνώριζαν την πραγματική της ταυτότητα.
Είναι προφανές ότι η δράση της «Τ.» δεν θα περιοριζόταν στην ελληνική επικράτεια, καθώς ως πολίτης της Ε.Ε., θα μπορούσε να ταξιδέψει και να εργαστεί σε αρκετές χώρες της Ευρώπης. Για αυτό και η επιτυχία της ΕΥΠ έχει μια διάσταση που ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και αφορά το σύνολο των Δυτικών χωρών γενικότερα».
Το πιστοποιητικό του νεκρού μωρού
Οι ελληνικές αρχές άρχισαν να ερευνούν για το ενδεχόμενο να υπάρχει κατάσκοπος στην χώρα μας, έπειτα από πληροφορία που πήραν από την Σλοβενία, όπου οι εκεί αρχές συνέλαβαν μία συνάδελφο της Σμίρεβα. Μετά την πληροφορία οι ελληνικές αρχές έφτασαν στο όνομα «Μαρία Τσάλλα» και τότε διαπίστωσαν ότι επρόκειτο για ένα μωρό που γεννήθηκε το 1991 και πέθανε αμέσως, στη γέννα. Αλλά η πληροφορία που είχαν έλεγε ότι με το όνομα του «μωρού» μία κατάσκοπος από την Ρωσία δρούσε στην Αθήνα.
Η έρευνα συνεχίστηκε και στο Ληξιαρχείο, όπου διαπιστώθηκε μία ανακολουθία ανάμεσα στο έγχαρτο και το ηλεκτρονικό αρχείο. Διαπιστώθηκε συγκεκριμένα ότι είχαν κοπεί σελίδες και είχαν αντικατασταθεί από άλλες με τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα. Οι αρμόδιες αρχές έστειλαν τη φωτογραφία της κατασκόπου σε συνεργαζόμενες υπηρεσίες και τελικά την ταυτοποίησαν.
Η «Μαρία Τσάλλα» χρησιμοποιούσε ένα παραποιημένο διαβατήριο από χώρα της Λατινικής Αμερικής.